έρχεται...
Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2014
Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014
Μια όμορφη μέρα...
Σήμερα ήταν μια όμορφη μέρα.
Ξύπνησα το πρωί κι ο μπαμπάς μου έφτιαξε ωραίους "τσιτσιριστούς" λουκουμάδες με μέλι και κανέλα. Και η μαμά δε δούλευε κι έτσι πήραμε πρωινό όλοι μαζί μπροστά στο δέντρο. Και το μεσημέρι φτιάξαμε το χριστουγεννιάτικο φαγητό που φτιάχνουμε κάθε χρόνο τέτοιες μέρες και καθίσαμε όλοι μαζί στο γιορτινό τραπέζι. Ήπιαμε ένα ωραίο κόκκινο κρασί, ακούσαμε τον Φρανκ Σινάτρα να μας τραγουδάει "I 'll be home for Christmas...", και γελάσαμε πολύ.
Το απόγευμα περπάτησα στην πόλη. Είχα πολύ καιρό να περπατήσω στην χριστουγεννιάτικη Αθήνα. Είχα πολύ καιρό να περπατήσω στην Αθήνα γενικά. Ο δρόμος μ' έβγαλε σ' ένα παλιό, αλλά γνώριμο μέρος, που μου θύμισε στιγμές από τα φοιτητικά μου χρόνια, τότε που η ζωή σ' αυτήν την πόλη ήταν καθημερινότητα και όχι διακοπές.
Απρόοπτες συναντήσεις με έκαναν να σκεφτώ ότι εκεί έξω υπάρχουν άνθρωποι ενδιαφέροντες, ξεχωριστοί, άνθρωποι με δικές τους ιστορίες. Και πόσο ωραίο είναι να συναντιέσαι με τέτοιους ανθρώπους από το πουθενά. Πήρα τηλέφωνο τη Λ. για να μοιραστώ μαζί της αυτή μου τη σκέψη. Και χάρηκα γιατί ήταν εκεί και με κατάλαβε, κατάλαβε αυτά που της είπα αλλά και όσα δεν είπα, με τον τρόπο που μόνο οι καλοί φίλοι ξέρουν να καταλαβαίνουν.
Κι ύστερα συνέχισα να περπατάω και άρχισε να ψιλοβρέχει ακριβώς τη στιγμή που βρισκόμουν μπροστά στη φωτεινή επιγραφή "ΑΘΗΝΑ" με τα μπλε "λαμπυριστά" γράμματα. Και τότε σκέφτηκα πώς γίνεται πέντε μόνο γράμματα να σημαίνουν τόσα πολλά, να κλείνουν μέσα τους τόσους ήχους, εικόνες, μυρωδιές, στιγμές. Μετά η βροχή δυνάμωσε και κατέβηκα στο μετρό για να μη βρέχομαι. Δεν είχα σκοπό, το ραντεβού μου ήταν γι άλλο σημείο. Και τότε έγινε ένα ευχάριστο αναπάντεχο και βρέθηκα να βγαίνω μετά από λίγο από την άλλη μεριά του δρόμου αγκαζέ με την Ό. και την Κ. με κατεύθυνση ένα ζεστό μέρος με λαμπιόνια και κρασί.
Όταν δε ζεις κάθε μέρα τους φίλους σου -τους φίλους ζωής, μαθαίνεις να απολαμβάνεις κάθε στιγμή μαζί τους. Να τη ρουφάς όσο μπορείς για να χορτάσεις, γιατί αυτές οι στιγμές είναι που θα σε κρατήσουν όταν θα είσαι μίλια μακριά και θα σου λείπουν. Κι αν κάτι μου λείπει από το να ζω μακριά από τους φίλους μου δεν είναι τόσο οι προσχεδιασμένες συναντήσεις, όσο τα αυθόρμητα, απροσχεδίαστα "πάμε για ένα ποτό σε μία ώρα" να πούμε τα νέα της μέρας. Ακούω τα νέα από τη δουλειά τους, τα καθημερινά, αυτά που χάνω τόσον καιρό μακριά τους, και προσπαθώ να καλύψω το κενό του διαστήματος που χάνουμε μακριά. Αυτό για το οποίο είμαι πλέον σίγουρη μετά από τόσα χρόνια μοιρασμένη ανάμεσα στο "εδώ" και το "εκεί" είναι ότι με κάποιους ανθρώπους, όσος καιρός και να περάσει μακριά ο ένας από τον άλλο, τη στιγμή που θα ξαναειδωθούμε θα είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα.
Αφήνω τα κορίτσια στο μετρό και περπατάω προς το σπίτι. Λίγη ακόμα ώρα στη νυχτερινή Αθήνα. Τους λέω "σήμερα ήταν μια όμορφή μέρα". Μία γεμάτη μέρα. Και αύριο έχουμε ένα τόσο ωραίο σχέδιο να αναμένουμε. Θα πάμε στο θέατρο! Θα δούμε ένα έργο που χρόνια τώρα θέλω να το δω στο θέατρο και δεν τα έχω καταφέρει, το "Λεωφορείον ο Πόθος" του Τένεσι Ουίλιαμς. Θέλω να ακούσω τη Blanche DuΒois να λέει "Δε θέλω ρεαλισμό, μαγεία θέλω". Μ' αρέσει τόσο πολύ αυτή η φράση, τόσες φορές την έχω πει στον εαυτό μου. 'Άλλοτε σιγανά και ψιθυριστά, και άλλοτε φωναχτά, σαν κραυγή (αν και αμφιβάλλω ότι κάποιος την άκουσε).
Μέσα σ' αυτή τη νύχτα και τους ήχους της πόλης, νιώθω ότι αυτή η φράση ταιριάζει απόψε. Γατί είναι κάτι νύχτες σαν κι αυτήν -χριστουγεννιάτικες ή μη, που είναι όντως έτσι: δεν θέλουν ρεαλισμό, μαγεία θέλουν.
Μέσα σ' αυτή τη νύχτα και τους ήχους της πόλης, νιώθω ότι αυτή η φράση ταιριάζει απόψε. Γατί είναι κάτι νύχτες σαν κι αυτήν -χριστουγεννιάτικες ή μη, που είναι όντως έτσι: δεν θέλουν ρεαλισμό, μαγεία θέλουν.
Μ.
26.12.2014
Αθήνα
Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014
Η στιγμή της 30ής του μηνός...XVI.
Καθισμένη στο κρεβάτι του ξενοδοχείου της c/ Sevilla, στο κέντρο της Μαδρίτης, χαζεύω από τα μεγάλα παράθυρα του ξενοδοχείου τη νύχτα της πρωτεύουσας. Το δρόμο, τα μεγάλα επιβλητικά κτήρια, τα άσπρα ταξί με την κόκκινη γραμμή στο πλάι, τα κίτρινα φώτα της πόλης. Έβαλα στο repeat να παίζει το "La Ley del Retiro", δεν ξέρω γιατί, αυτό μου ήρθε στο μυαλό σήμερα όταν περπατούσα στο γεμάτο φθινοπωρινά φύλλα Retiro.
Βλέπω τη φωτογραφία που τράβηξα σήμερα το απόγευμα στην Cava Baja, και αποτύπωσε μια όμορφη στιγμή, τα υπέροχα χρώματα του μαδριλένικου ουρανού...(Πώς μπορείς να μη χαμογελάσεις μπροστά σ' έναν τέτοιο ουρανό;)
Σκέφτομαι τις τελευταίες ημέρες... Η περασμένη εβδομάδα ήταν τόσο γεμάτη, τόσα συναισθήματα, τόσες στιγμές. 27 Νοεμβρίου. Η μέρα της υποστήριξής μου. Η μέρα όπου έπεσε επιτέλους η αυλαία του διδακτορικού, ο επίλογος μιας δουλειάς τόσων χρόνων. Μπήκε επιτέλους το πολυπόθητο "Dr." μπροστά από το όνομα. Όχι ότι είμαι πολύ των τίτλων-αυτοί που με γνωρίζουν το ξέρουν καλά-αλλά αυτός ο συγκεκριμένος σημαίνει πολλά για μένα. Από πίσω του βλέπω θυσίες και σκληρή δουλειά. Βλέπω εμένα να ωριμάζω όχι μόνο ακαδημαϊκά- αλλά σαν άνθρωπος. Να μαθαίνω πράγματα για τον εαυτό μου, για τα όριά μου. Για το πού μπορώ να φτάσω, τι μπορώ, τι δεν μπορώ. Κυρίως όμως τι μπορώ.
Αυτό όμως που μου άρεσε πιο πολύ σ' εκείνη την τόσο ιδιαίτερη μέρα ήταν οι άνθρωποι που είχα δίπλα μου, οι δικοί μου άνθρωποι. Αυτοί που ήταν εκεί, και άλλοι που ήταν μαζί μου με τη σκέψη τους και την αγάπη τους (που ταξιδεύει παντού και πάντα). Γιατί είναι αυτοί, οι δικοί μας άνθρωποι, που δίνουν νόημα σε ό, τι κάνουμε. Κι εγώ μπορώ να είμαι χαρούμενη που σ' αυτόν το δύσκολο δρόμο-ειδικά της τελευταίας χρονιάς-είχα τόσο καλούς συνοδοιπόρους.
Δεν έχω συνειδητοποιήσει ακόμα την αυλαία που έπεσε. Αλλά είμαι σίγουρα πιο ήρεμη. Το ταξίδι στη Μαδρίτη βοηθάει στο να δω τα πράγματα από μία απόσταση. Να καταλάβω τι έχει γίνει όλον αυτόν τον καιρό, πόσες αλλαγές έχουν γίνει, και να προετοιμαστώ γι αυτές που θα έρθουν. Γιατί σίγουρα θα γίνουν. Το ξέρω και το νιώθω. Η χειμωνιάτικη Μαδρίτη πάντα σηματοδοτούσε μια αλλαγή εποχής- μια στροφή, έστω και μικρή.
Ακούω αυτήν τη μαγική γλώσσα στ' αυτιά μου. Ισπανικά. Ισπανικά καθαρά, ωραία, της πρωτεύουσας. Της Μαδρίτης. Υπέροχη γλώσσα. Δεν μπορώ να με φανταστώ χωρίς να μιλάω, να νιώθω, να ζω, να ονειρεύομαι σ' αυτήν τη γλώσσα.
Βλέπω αυτήν την μαγική χώρα που τόσο αγαπώ, που είναι κομμάτι δικό μου, που πάντα θα είναι. Και σκέφτομαι πού θα βρίσκομαι σε έναν χρόνο από τώρα. Ποιος ξέρει! Και μπορεί οι αλλαγές να είναι καλές, αλλά τις φοβάμαι κιόλας. Γιατί ξέρω πως για να κυνηγήσω ένα όνειρο, θα πρέπει να θυσιάσω κάτι. Ένα άλλο.
Όλα αυτά τα χρόνια, όχι μόνο τώρα τελευταία, έχω στο μυαλό μου μία ευχή-συμβουλή που μου είχε γράψει κάποτε ένας ποιητής ως αφιέρωση στο βιβλίο του. Δεν ήμουν ούτε δώδεκα χρονών τότε, αλλά η φράση αυτή έχει εντυπωθεί στο μυαλό μου. Είναι ίσως η καλύτερη συμβουλή που μου έχουν δώσει ποτέ και σηματοδοτεί όλη μου τη ζωή, χρόνια τώρα. Αυτή η φράση θέλω να σηματοδοτεί και το καινούργιο μου ξεκίνημα από 'δω και πέρα- όποιο κι αν είναι αυτό.
Αυτό όμως που μου άρεσε πιο πολύ σ' εκείνη την τόσο ιδιαίτερη μέρα ήταν οι άνθρωποι που είχα δίπλα μου, οι δικοί μου άνθρωποι. Αυτοί που ήταν εκεί, και άλλοι που ήταν μαζί μου με τη σκέψη τους και την αγάπη τους (που ταξιδεύει παντού και πάντα). Γιατί είναι αυτοί, οι δικοί μας άνθρωποι, που δίνουν νόημα σε ό, τι κάνουμε. Κι εγώ μπορώ να είμαι χαρούμενη που σ' αυτόν το δύσκολο δρόμο-ειδικά της τελευταίας χρονιάς-είχα τόσο καλούς συνοδοιπόρους.
Δεν έχω συνειδητοποιήσει ακόμα την αυλαία που έπεσε. Αλλά είμαι σίγουρα πιο ήρεμη. Το ταξίδι στη Μαδρίτη βοηθάει στο να δω τα πράγματα από μία απόσταση. Να καταλάβω τι έχει γίνει όλον αυτόν τον καιρό, πόσες αλλαγές έχουν γίνει, και να προετοιμαστώ γι αυτές που θα έρθουν. Γιατί σίγουρα θα γίνουν. Το ξέρω και το νιώθω. Η χειμωνιάτικη Μαδρίτη πάντα σηματοδοτούσε μια αλλαγή εποχής- μια στροφή, έστω και μικρή.
Ακούω αυτήν τη μαγική γλώσσα στ' αυτιά μου. Ισπανικά. Ισπανικά καθαρά, ωραία, της πρωτεύουσας. Της Μαδρίτης. Υπέροχη γλώσσα. Δεν μπορώ να με φανταστώ χωρίς να μιλάω, να νιώθω, να ζω, να ονειρεύομαι σ' αυτήν τη γλώσσα.
Βλέπω αυτήν την μαγική χώρα που τόσο αγαπώ, που είναι κομμάτι δικό μου, που πάντα θα είναι. Και σκέφτομαι πού θα βρίσκομαι σε έναν χρόνο από τώρα. Ποιος ξέρει! Και μπορεί οι αλλαγές να είναι καλές, αλλά τις φοβάμαι κιόλας. Γιατί ξέρω πως για να κυνηγήσω ένα όνειρο, θα πρέπει να θυσιάσω κάτι. Ένα άλλο.
Όλα αυτά τα χρόνια, όχι μόνο τώρα τελευταία, έχω στο μυαλό μου μία ευχή-συμβουλή που μου είχε γράψει κάποτε ένας ποιητής ως αφιέρωση στο βιβλίο του. Δεν ήμουν ούτε δώδεκα χρονών τότε, αλλά η φράση αυτή έχει εντυπωθεί στο μυαλό μου. Είναι ίσως η καλύτερη συμβουλή που μου έχουν δώσει ποτέ και σηματοδοτεί όλη μου τη ζωή, χρόνια τώρα. Αυτή η φράση θέλω να σηματοδοτεί και το καινούργιο μου ξεκίνημα από 'δω και πέρα- όποιο κι αν είναι αυτό.
«Όπου αποτύχεις γύρισε,
κι όπου πετύχεις φύγε.»
Μ.Π.
Μαρία,
30.11.2014
Μαδρίτη
Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014
Η στιγμή της 30ής του μηνός...XV
Υπάρχουν εποχές που τα γεγονότα συμβαίνουν απανωτά, το ένα μετά το άλλο. Δεν προλαβαίνεις να τα συνειδητοποιήσεις, ούτε καν να τα ζήσεις καλά-καλά. Εσύ απλώς ακολουθείς το ρεύμα των αλλαγών, τρέχεις για να προλάβεις αυτό που συμβαίνει- για να το κατανοήσεις τελείως ούτε λόγος. Αυτό θα γίνει κάποτε πιο μετά, όταν όλα θα έχουν καταλαγιάσει.
Τι μήνας! Και πόσα γεγονότα μπορούν να χωρέσουν από τη μία 30ή του μηνός μέχρι την άλλη!
Δεν έχω εικόνα γι αυτήν την 30ή του μηνός. Έχω μόνο μία αίσθηση. Αυτήν της κίνησης. Της κίνησης που οδηγεί στην αλλαγή.
Μ.
30.10.2014
Βαρκελώνη
Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014
Η στιγμή της 30ης του μηνός...XΙV
Ξαναδιαβάζω το κομμάτι της προηγούμενης 30ης του μηνός που είχε μείνει στο συρτάρι... Δεν χρειάζεται να πάω τόσο μακριά, βέβαια, φτάνει να γυρίσω λίγο το χρόνο στην προηγούμενη εβδομάδα. Νομίζω ότι ξαναένιωσα πώς είναι να φτάνεις στα όριά σου.
Σήμερα όμως είναι τέλος Σεπτεμβρίου, ενός μήνα που δεν ξέρω πώς πέρασε. Πραγματικά δεν ξέρω! Νιώθω ότι το τελευταίο διάστημα ήμουν μια καλοκουρδισμένη μηχανή που μόνο δούλευε.
Σήμερα, όμως, μαζί με το μήνα τελειώνει και ένα μεγάλο κεφάλαιο, αυτό του διδακτορικού. Κοιτάω τη διατριβή. Επιτέλους τυπωμένη, 321 σελίδες. Με σκληρό εξώφυλλο και χρυσά γράμματα. Με αφιέρωση. Με το όνομά μου κάτω από τη λεζάντα "tesi presentada per l' obtenció del títol de doctor". Την κοιτάω και βλέπω αυτά που δε βλέπουν οι άλλοι. Βλέπω τέσσερα χρόνια δουλειάς, βλέπω ξενύχτια, ατέλειωτες ώρες διαβάσματος, βλέπω άγχη, αγωνίες, deadlines, κρίσεις πανικού, μοναξιά, κλείσιμο στο σπίτι, αλλά και όμορφες στιγμές γραψίματος τότε που οι σκέψεις και οι ιδέες παίρνουν μορφή.
Χτες την κατέθεσα.
Είναι περίεργο να βάζεις την τελευταία τελεία σε μία δουλειά τόσων χρόνων. Κάποτε όμως πρέπει να μπαίνουν και τελείες, για να μπορούμε να γράψουμε καινούργια κεφάλαια.
Χτες ήταν μια υπέροχη μέρα. Η Κυριακή ήταν βροχερή και γκρίζα και το δελτίο είχε πει το ίδιο και για τη Δευτέρα. Κι όμως, χτες το πρωί που σηκώθηκα είχε έναν υπέροχο ήλιο κι ο ουρανός ήταν καταγάλανος και καθαρός! Κι εγώ που ψάχνω συμβολισμούς σε όλα το θεώρησα καλό σημάδι. Πήγα στη σχολή με το ποδήλατο και στο δρόμο χαμογελούσα. Το βράδυ χάλασε πάλι ο καιρός και σήμερα βρέχει όλη μέρα. Κι έτσι λέω πάλι στον εαυτό μου πως ο καιρός έφτιαξε ίσα-ίσα για να ταιριάξει με τη χθεσινή στιγμή μου.
Ακόμα δεν έχω συνειδητοποιήσει αυτό το μικρό τέλος εποχής.
Αλλά σήμερα θα αφήσω τις συνειδητοποιήσεις κατά μέρους.
Προέχει να κοιμηθώ.
Να κοιμηθώ επιτέλους λίγο πιο ήρεμη.
Μ.
30.09.2014
Βαρκελώνη
Κυριακή 31 Αυγούστου 2014
Η στιγμή της 30ής του μηνός...ΧΙΙΙ.
.... γράφεις, σβήνεις, ξενύχτια, οι ώρες περνάνε, μία, δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε, ο υπολογιστής, το τσικ-τσικ από τα πλήκτρα, τα μάτια που κλείνουν, νυστάζεις, κουράστηκες, το κεφάλι σου πονάει, δεν αντέχεις άλλο. Κι άλλες αλλαγές, κι άλλο γράψιμο, λίγο ακόμα. Πού είσαι, τι καιρό κάνει, τι εποχή έχουμε; Σου φαίνονται όλα ίδια, εσύ είσαι χωμένη σε αυτό το κείμενο που δε λέει να τελειώσει. Άγχος, στρες, πίεση.
Οι γύρω σου λένε, τι όμορφο καλοκαίρι, τι ωραία που ήταν. Ποιο καλοκαίρι; Πώς πήγαν οι διακοπές; Ποιες διακοπές; Δε θυμάμαι διακοπές. Δεν θυμάμαι καλοκαίρι, δε θυμάμαι θάλασσα, δε θυμάμαι τίποτα.
Μηχανικές κινήσεις. Αυστηρό ωράριο. Πειθαρχία. Δεν θυμόσουν ότι την είχες. Αλλά την είχες. Ακόμα την έχεις. Κι επειδή την έχεις θα αντέξεις. Λίγο ακόμα. Λίγο ακόμα και μετά...
Μετά βλέπουμε...
Μ.
30.08.2014
Αθήνα
Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014
Η στιγμή της 30ης του μηνός... ΧΙΙ.
«Ένα δειλινό στο Αιγαίο
περιλαμβάνει τη χαρά και τη λύπη
σε τόσο ίσες δόσεις,
που δε μένει στο τέλος παρά
η αλήθεια.»
Ο. Ελύτης
...
Αν είναι κάτι που σκεφτόμουν αυτήν την 30ή του μηνός, ήταν αυτή ακριβώς η φράση του Ελύτη. Κοιτώντας το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου, ένιωσα να την καταλαβαίνω πιο πολύ από ποτέ.
30 Ιουλίου, με το βλέμμα καρφωμένο στη θάλασσα.
Δεν έχει μείνει παρά μόνο η αλήθεια.
(Αντέχεις να την κοιτάξεις κατάματα;)
Μ.
30.07.2014
Σκύρος
Σάββατο 19 Ιουλίου 2014
Ένα βράδυ Ιουλίου στην πόλη...
Το
«Κασετόφωνο» ούτε που φαντάζεται πόσο ευγνώμων του είμαι που πρόσθεσε στις
λίστες του τον ήχο της βροχής και των κυμάτων. Είναι οι αγαπημένοι μου ήχοι,
μαζί με αυτούς της νυχτερινής πόλης τα μεσάνυχτα.
Απόψε
το βράδυ δεν σταματώ να ακούω τον ήχο των κυμάτων. Έτσι μπορώ, ακόμα και με
αυτόν τον τρόπο, να έχω την ψευδαίσθηση μιας κοντινής θάλασσας που περιμένει να
με πάρει μακριά. Έτσι έχω την ψευδαίσθηση ότι φεύγω για λίγο από το διαμέρισμα
στην καρδιά της Βαρκελώνης και φτάνω στο σπίτι στο χωριό, εκεί που τα βράδια
του Αυγούστου, όταν τα φώτα των μαγαζιών και των σπιτιών σβήνουν, με βρίσκουν
να κάθομαι στο χαγιάτι και να ακούω τα κύματα πίνοντας παγωμένη μαστίχα και
κοιτάζοντας τον ουρανό.
Περνούν
οι μέρες, πέρασε το μισό του καλοκαιριού κι εγώ ακόμα δεν έχω κάνει παρά μόνο
ένα μπάνιο-κι αυτό κλεφτό. Είχα χρόνια να μείνω μέχρι τόσο αργά στη Βαρκελώνη.
Αυτές τις μέρες, όταν μπορώ να βρω λίγο χρόνο να την περπατήσω, σκέφτομαι κάτι
που είχα καιρό να νιώσω: η Βαρκελώνη είναι μια υπέροχη πόλη. Η καλοκαιρινή Βαρκελώνη είναι μια ακόμα πιο υπέροχη πόλη. Και
συνειδητοποιώ πόσο την αγαπώ και πόσο δική
μου είναι, πόσο οικεία, καθημερινή, αληθινή. Πόσο σπίτι μου.
Απόψε
έκλεισα το έγγραφο word -αυτό
που μου ζητάει επιτακτικά να το γεμίσω με ακόμα περισσότερες λέξεις και
σκέψεις- και ξεκίνησα να κάνω δουλειές. Ακούγοντας πάντα των ήχο των κυμάτων.
Και τώρα που τελείωσα με τις δουλειές, καθάρισα, σφουγγάρισα, σιδέρωσα, έβαλα πλυντήριο, άπλωσα, και ξάπλωσα στο κρεβάτι με τα καθαρά σεντόνια, ένιωσα ξανά
πόσο πολύ αγαπάω αυτό το σπίτι∙ τις γωνιές του, τα πλακάκια του, το ψηλό ταβάνι
του, την κουζίνα του, την πολυθρόνα, το «βεστιάριο», το υπνοδωμάτιο με το
κόκκινο πορτατίφ, και πάνω απ’ όλα, το μπαλκονάκι με το φυστικί τραπέζι. Κι
αυτή η στιγμή μέσα στη νύχτα, με τα «κύματα», το αεράκι να φυσάει την κουρτίνα και
το βιβλίο του Ρίτσαρντ Φορντ δίπλα μου, νιώθω ότι δε χρειάζομαι τόσο την
ψευδαίσθηση του «αλλόύ». Γιατί έχω το «εδώ». Και το εδώ μου αρέσει.
Γιατί το έφτιαξα εγώ, είναι δικό μου και τ’ αγαπώ.
Μ.
18.07.2014
ΒαρκελώνηΔευτέρα 30 Ιουνίου 2014
Η στιγμή της 30ης του μηνός. ΧΙ.
30 Ιουνίου.
Οι μέρες περνάνε. Ίδιες η μία με
την άλλη. Μοναχικές. Κουραστικές. Μονότονες. Μπροστά από τον υπολογιστή. Με τις
στοίβες τα βιβλία γύρω-γύρω, με τις σημειώσεις να σκεπάζουν το γραφείο, αλλά
και με τα πρώτα χειρόγραφα τυπωμένα.
Εισαγωγή, Θεωρητικό Πλαίσιο, Ερευνητικά Ερωτήματα, Μέθοδος, Αποτελέσματα… Είναι
δίπλα μου. Τυπωμένα. Και τα έχω γράψει εγώ.
Είναι οι σκέψεις μου επιτέλους γραμμένες. Η δουλειά τεσσάρων χρόνων που παίρνει
σιγά-σιγά σάρκα και οστά. Όταν δεν αντέχω άλλο ή απελπίζομαι με τις τόσες
αλλαγές που ακόμα πρέπει να γίνουν, κοιτάω τα τυπωμένα χειρόγραφα και λέω «έλα,
λίγο ακόμα, λίγο ακόμα…»
Και μετά βγαίνω στο μπαλκόνι. Στο
μικρό μπαλκονάκι με το φυστικί τραπέζι, αυτό το μπαλκόνι που έζησε τόσες
στιγμές μου αυτά τα πέντε χρόνια στη Βαρκελώνη. Κάθομαι για λίγο. Κλείνω τη
μουσική για να αφουγκραστώ τους ήχους της πόλης. Του δρόμου, των δέντρων. Του
σούρουπου. Της νύχτας.
Κοιτάω τον ουρανό. Τη θάλασσα.
Ψάχνω τον ορίζοντα. Συλλογίζομαι πόση μοναξιά χωράει σε μία χρονιά. Πόση
μοναξιά χωράει στα βράδια ενός καλοκαιριού. Λένε «ο κίνδυνος δεν είναι η
μοναξιά. Ο κίνδυνος είναι να μη συνηθίσεις τη μοναξιά»*. Ξέρω καλά αυτόν τον κίνδυνο. Κάτι τέτοιες στιγμές νιώθω τι είναι αυτό που
μου λείπει. Δεν το σκέφτομαι. Το νιώθω. (Κι αυτό είναι πολύ πιο οδυνηρό.)
Μετά σκέφτομαι, δεν μπορεί, κάπου
εκεί έξω θα (πρέπει να) υπάρχει λίγο παραμύθι και για μένα.(Αλλά γιατί αργεί τόσο;)
Μετά λέω, όλα θα πάρουν το δρόμο
τους. Κοιτάω το φεγγάρι που βγαίνει δειλά πάνω από τις στέγες. Ακούω πιο
προσεκτικά τη φωνή της νύχτας. Και ξαναλέω: όλα θα πάρουν το δρόμο τους.
Άλλωστε...
Άλλωστε...
«Η ζωή ξέρει κι εγώ την εμπιστεύομαι.»**
*Κ. Μόντης
**"Φτηνά Τσιγάρα"
Μ.,
30.06.2014
Βαρκελώνη
Τρίτη 24 Ιουνίου 2014
Οι πόρτες που κλείνουν...
(Ταξιδεύοντας στην "μπλογκόσφαιρα" ένα από αυτά τα μοναχικά βράδια του φετινού Ιουνίου, βρήκα ένα κείμενο που είχα διαβάσει πριν χρόνια, αλλά δεν το είχα σημειώσει και μετά πέρασε ο καιρός και το ξέχασα... Και ήρθε τότε ξαφνικά ένα πέρασμα από εδώ και μου το θύμισε... Δεν ξέρω πόσο τυχαίο είναι που το ξαναβρήκα τώρα, αλλά πάλι ίσως κάποτε πρέπει να σταματήσω να ψάχνω συμβολισμούς σε όλα. Πάντως σίγουρα ευχαριστώ την "Emily" που το ΄φερε ξανά στο δρόμο μου.)
...
"Espero curarme de ti en unos días. Debo dejar de fumarte,
de beberte, de pensarte. Es posible. Siguiendo las prescripciones de la moral
en turno. Me receto tiempo, abstinencia, soledad.
¿Te parece bien que te quiera nada más una
semana? No es mucho, ni es poco, es bastante. En una semana se puede reunir
todas las palabras de amor que se han pronunciado sobre la tierra y se les
puede prender fuego. Te voy a calentar con esa hoguera del amor quemado. Y
también el silencio. Porque las mejores palabras del amor están entre dos
gentes que no se dicen nada.
Hay que quemar también ese otro lenguaje
lateral y subversivo del que ama. (Tú sabes cómo te digo que te quiero cuando
digo: “que calor hace”, “dame agua”, “¿sabes manejar?”, “se te hizo de
noche”… Entre las gentes, a un lado de tus gentes y las mías, te he dicho “ya es
tarde”, y tú sabías que decía “te quiero”.)
Una semana más para reunir todo el amor del
tiempo. Para dártelo. Para que hagas con él lo que tú quieras: guardarlo,
acariciarlo, tirarlo a la basura. No sirve, es cierto. Sólo quiero una semana
para entender las cosas. Porque esto es muy parecido a estar saliendo de un
manicomio para entrar a un panteón.
Jaime Sabines
...
Ακούω από μακριά τις πόρτες παλιών δωματίων που κλείνουν. Λέω στον εαυτό μου, δεν πρέπει να φοβάσαι τις πόρτες που κλείνουν. Κλείνουν για να ανοίξουν άλλες, πιο μεγάλες. Πόρτες που οδηγούν σε δωμάτια πιο φωτεινά, με θέα τη θάλασσα ή τα φώτα μιας άγνωστης πόλης.
Βλέπω από μακριά φωτιές να σβήνουν. Λέω στον εαυτό μου, δεν πρέπει να φοβάσαι τις φωτιές που σβήνουν. "Για να ανάψουν καινούργιες φωτιές, πρέπει πρώτα να σβήσουν οι παλιές."*
Ακούω από μακριά ραγισμένα αντίο. Λέω στον εαυτό μου, δεν πρέπει να φοβάσαι τα αντίο. Πρέπει να ειπωθούν κάποια "αντίο" για να μπορέσουμε μια μέρα να πούμε καινούργια "καλώς ήρθες". Εγώ όμως τα φοβάμαι τα αντίο. Ή μάλλον, δεν τα φοβάμαι. Με πονάνε.
Μετά θυμάμαι εκείνο το ποίημα του Μπόρχες που λέει:
" ... και μαθαίνεις ότι, αλήθεια, μπορείς ν' αντέξεις
και ότι, αλήθεια, έχεις δύναμη
και ότι, αλήθεια, αξίζεις,
και μαθαίνεις... μαθαίνεις...
με κάθε αντίο μαθαίνεις."
Και όντως αντέχεις. Και όντως μαθαίνεις. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι παύουν να σε πονούν.
*Richard Ford, "Independence Day"
Μ.
24.06.2014
Βαρκελώνη
Φωτογραφία: © Williamsburg Bridge, NYC, Σεπτέμβριος 2013
Υ.Γ. 1. Θυμάμαι έντονα εκείνη τη μέρα του Σεπτεμβρίου, εκείνη τη στιγμή πάνω στη ροζ γέφυρα του Williasmburg. Εκεί, κοιτάζοντας το Μάνχαταν από το Μπρούκλυν, νομίζω ότι ήταν μια από τις ιδιαίτερες και ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου.
2. Η λεπτομέρεια με το λουκέτο δεν είναι τυχαία.
Κυριακή 15 Ιουνίου 2014
"Οι πόλεις που ονειρεύτηκα..."
"Στο καντράν του ραδιοφώνου μου με περιμένουν όλες οι πόλεις που ονειρεύτηκα, Βαγδάτη, Πράγα, Νέα Ορλεάνη... Στέλνουν τους ήχους τους μέσα απο μεσαία κύμματα και σύννεφα παρασίτων... Είναι απο κείνα τα παλιά ραδιόφωνα, τότε που όλα τα ταξίδια έξω από την πόλη ήταν πολύ μακρινά, έως και αδύνατα.Τότε λοιπόν, με μια κίνηση της βελόνας, βρισκόσουν απ' την Αθήνα στη Βαγδάτη, και με μια πιο απαλή κίνηση, απ' τη Βαγδάτη στην Ταγγέρη. Ίσως σε κάποιο μέρος του κόσμου, σε κάποιο άλλο καντράν, κάποιος ακούει μέσα απ'τα παράσιτα την Αθήνα... Μια τοσο μακρινή πόλη γι'αυτόν, όσο μακρινή και για μένα..."*
Απόψε, σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου, άκουσα την Αθήνα. Όχι μέσα από τα παράσιτα σε κάποιο καντράν ενός παλιού, ξεχασμένου ραδιοφώνου. Την άκουσα στην ησυχία της καλοκαιρινής νύχτας, στο ήχο της κουρτίνας όταν τη διαπερνάει το βραδινό αεράκι. Την άκουσα στη νοσταλγία που πλανιέται τα μεσάνυχτα ενός Σαββατόβραδου γύρω μου και μέσα μου.
*"Φτηνά Τσιγάρα"
Μ.
14.06.2014
Βαρκελώνη
Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014
Πού οδηγεί αυτή η πόρτα;
Σήμερα ξύπνησα με μια μεγάλη νοσταλγία για την πιο αγαπημένη πόλη, την πόλη των "συναρπαστικών αντιθέσεων" όπως είπε και ο Πέτρος Μάρκαρης πριν λίγες μέρες στην ομιλία του εδώ στην Βαρκελώνη. Νομίζω είναι από τους πιο ωραίους και εύστοχους χαρακτηρισμούς που έχω ακούσει για την Αθήνα. Αυτό είναι και για μένα. Η πόλη των συναρπαστικών αντιθέσεων. Η πόλη που μυρίζει σκουπίδια και γιασεμί, όπως είπε εκείνη τη μέρα μια κοπέλα από το κοινό-τι κρίμα που δεν την πρόλαβα στο τέλος για να της πω πόσο πολύ συμφωνώ- η πόλη στην οποία συνυπάρχει η ασχήμια, αλλά και η απίστευτη ομορφιά. Η πόλη μου. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσο κι αν την στερούμαι από την καθημερινότητά μου, η Αθήνα είναι και θα παραμένει πάντα η πόλη μου.
Κάθε φορά που επιστρέφω ξεκινάω μεγάλους περιπάτους μόνη μου. Και μου αρέσει να φωτογραφίζω τα μηνύματα στους τοίχους. Οι τοίχοι της πόλης έχουν φωνή και μιλάνε. Κι αν είσαι λίγο παρατηρητικός και έχεις διάθεση ν΄ακούσεις, θα μάθεις πολλά πράγματα. Θα ακούσεις τη φωνή της πόλης. Την φωνή των ανθρώπων της.
Κι επειδή σήμερα ξύπνησα με νοσταλγική διάθεση, κι άνοιξα το παράθυρο νομίζοντας ότι είμαι στους Αμπελόκηπους κι όχι στην Eixample, έψαξα και βρήκα αυτήν την φωτογραφία που τράβηξα τον Απρίλιο σε κάποιο δρομάκι της Αθήνας. Και σκέφτηκα ότι είναι όμορφο για αρχή της εβδομάδας.
-"Πού οδηγεί η πόρτα αυτής της εβδομάδας;"
-"Έλα ντε!"
Δεν ξέρουμε πού οδηγεί η πόρτα της εβδομάδας που μόλις ξεκίνησε. Κι αυτό την κάνει συναρπαστικά ενδιαφέρουσα.
Καλή εβδομάδα!
Μ.,
02.06.2014
Βαρκελώνη
Παρασκευή 30 Μαΐου 2014
Η στιγμή της 30ης του μηνός...Χ.
Βγαίνοντας το απόγευμα από το σπίτι σκεφτόμουν για τη σημερινή "στιγμή της 30ης του μηνός". Δεν ήξερα για τι να γράψω, κι αυτό σήμαινε ότι η στιγμή δεν είχε έρθει ακόμα.
Περπατώντας από το σπίτι μέχρι το Πανεπιστήμιο, έκανα μια στάση στη βιβλιοθήκη για να πάρω μια ταινία. Πήρα το "Όσα παίρνει ο άνεμος". Για να ακούσω ξανά τη Σκάρλετ Ο' Χάρα να λέει "After all, tomorrow is another day". (Μου αρέσει πολύ αυτή η φράση-την έχω γράψει και σε έναν από τους τοίχους μου στο σπίτι.)
Φτάνοντας στο πανεπιστήμιο, πήρα το βιβλίο που έψαχνα και έκανα να φύγω. Πριν καλά-καλά φτάσω στην εσωτερική αυλή του κτιρίου, άκουσα μπουμπουνητά. Ο ουρανός είχε σκοτεινιάσει απότομα και μια ξαφνική βροχή άρχισε να πέφτει στην πλακόστρωτη αυλή. Έμεινα ακίνητη. Είπα να περιμένω μέχρι να σταματήσει. Πήγα στο αυτόματο μηχάνημα και πήρα έναν καφέ. Κάθισα στο ξύλινο παγκάκι και έμεινα εκεί, καθισμένη , να κοιτάω τη βροχή να πέφτει στην Pati de Lletres.
Πόσο καιρό είχα να καθίσω και να μην κάνω τίποτα άλλο από το να ακούω τη βροχή που πέφτει; Νομίζω δεν υπάρχει πιο όμορφος ήχος από αυτόν της βροχής και της θάλασσας.
Σκέφτηκα ότι αυτή η στιγμή, το να κάθομαι δηλαδή στο συγκεκριμένο παγκάκι και να χαζεύω την ανοιξιάτικη βροχή, να κοιτάω τα ψηλά καταπράσινα δέντρα να γίνονται μούσκεμα, τις σταγόνες να πέφτουν στις λακούβες με το νερό, τόσο ρυθμικά, τόσο αρμονικά-σαν να χορεύουν-, αυτή η στιγμή ήταν κάτι που δεν είχα ξαναζήσει. Ήταν μια καινούργια, μικρή στιγμή. Και είναι ωραίες οι καινούργιες στιγμές.
Παρασκευή 30 Μαΐου.
Πέρασε κι ο αγαπημένος μου μήνας.
Πέρασε καλά.
Και "στο κάτω-κάτω, αύριο είναι μια καινούργια μέρα".
Μ.
30.05.2014
Βαρκελώνη
Κυριακή 25 Μαΐου 2014
28...
Και κάπως έτσι φτάσαμε στα 28...
Το σκηνικό των 28 χρόνων στήθηκε στην ταράτσα του κτιρίου της calle Marina μια Κυριακή αργά το απόγευμα την ώρα που έδυε ο ήλιος και ο ουρανός έπαιρνε αυτό το γλυκό μωβ-ροζ χρώμα. Από μακριά φαινόταν η θάλασσα, λίγο πιο αριστερά ο Torre Agbar, δίπλα η Sagrada Família και γύρω-γύρω τα φώτα της πόλης που άναβαν σιγά-σιγά. Μερικά μπαλόνια κρεμάστηκαν στις παλιές κεραίες, τα πεζούλια γέμισαν κεράκια και στην κορυφή της μεταλλικής σκάλας πήγαν και κάθισαν δύο παλιά γραμμόφωνα έτοιμα να φέρουν μουσική από άλλη εποχή... Είναι ωραίο να "κλείνεις χρόνια" σε τέτοιο φόντο...
Κοιτάω το "28" στην τούρτα μου. Σκέφτομαι ότι ήρθα στη Βαρκελώνη όταν ήμουν μόλις 23. Και περάσαν ήδη πέντε χρόνια. Είναι περίεργο το πώς κυλάει ο χρόνος. Αλλά ήταν γεμάτα χρόνια, γι αυτό και είμαι χαρούμενη.
Σήμερα το πρωί σκέφτηκα ότι πάνε χρόνια από τότε που γιόρτασα τελευταία φορά τα γενέθλιά μου στην Αθήνα... Θυμάμαι έντονα εκείνα τα γενέθλια, ήταν πολύ όμορφα. Το 2009-μία από τις δυσκολότερες χρονιές. Ήταν η χρονιά που είχα γυρίσει γυρίσει από το Παρίσι, τελείωνα τη σχολή, έκανα αιτήσεις για μεταπτυχιακά, για υποτροφίες και μέσα σ' όλα αυτά είχαν συμβεί ένα σωρό πράγματα στο σπίτι, με τον παππού, τη γιαγιά, νοσοκομεία, αγωνία, τρέξιμο, ένας χαμός. Θυμάμαι εκείνη τη χρονιά είχαμε τη γιαγιά στο σπίτι πολλούς μήνες. Ήταν ήδη βαριά άρρωστη και την προσέχαμε ανά βάρδιες. (Εγώ είχα αναλάβει τη νυχτερινή, μια και διάβαζα για τις εξετάσεις της υποτροφίας αργά τη νύχτα). Θυμάμαι επίσης ότι όλοι στο σπίτι είχαμε φτάσει στα όριά μας, γιατί η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη και τα νεύρα μας ήταν τεντωμένα. Το τελευταίο που σκεφτόμουν ήταν πώς θα γιορτάσω τα γενέθλιά μου. Λίγες μέρες πριν το συζητούσα με τη μαμά και της έλεγα "έτσι όπως είμαστε, ούτε τα γενέθλιά μου δεν μπορώ να γιορτάσω!". Και τότε, θυμάμαι, τη γιαγιά να έρχεται από πίσω σέρνοντας σιγά-σιγά τα ποδαράκια της και να λέει "γιατί να μην τα γιορτάσεις;" Τι να της έλεγα! Μετά, όμως, αποφασίσαμε ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες, να μην αφήσουμε αυτήν την ημέρα να περάσει έτσι και να κάνουμε μια μικρή γιορτή στο σπίτι. Εγώ ανησυχούσα για το πώς θα ήταν η γιαγιά γιατί με την άνοια ποτέ δεν ξέρεις. Το Ματουλάκι μου όμως είχε αυτό το μαγικό χάρισμα που ποτέ δεν κατάλαβα πώς το έκανε, κι εκεί που δεν το περίμενες είχε κάτι στιγμές διαύγειας και ήταν "εκεί" και ήταν καλά. Και το σπίτι στολίστηκε, και το μπαλκόνι γέμισε με τους αγαπημένους μου, και η γιαγιά τους χαιρετούσε όλους με το τρεμουλιαστό αδύναμο χεράκι της και χαμογελούσε. Κάποια στιγμή, αφού κόψαμε την τούρτα, είπε "καληνύχτα σας, εγώ θα πάω για ύπνο τώρα" και η μαμά την πήγε στο δωμάτιο. Μόλις έφυγαν όλοι, πήγα να την βρω. Δεν κοιμόταν. Με ρώτησε "έφυγαν οι φίλοι σου;", "ναι", είπα. "Ευχαριστήθηκες τα γενέθλιά σου;", με ρώτησε. "Πολύ", της είπα. "Σου έφεραν ωραία δώρα;", με ξαναρώτησε. "Πολύ ωραία", της είπα, "αύριο θα στα δείξω". Μου χαμογέλασε γλυκά, με το ζεστό της μάγουλο ακουμπισμένο στο μαξιλάρι. Εγώ την αγκάλιασα και τη φίλησα δυνατά. Ήταν από τις λίγες στιγμές τα τελευταία χρόνια που ήταν εκεί, μαζί μου, εκατό τοις εκατό. Κρατάω αυτή τη στιγμή σαν θησαυρό. Θα ήταν τα τελευταία μου γενέθλια μαζί της. Αλλά αυτό δεν το ήξερα τότε.
Σήμερα θυμήθηκα αυτά τα γενέθλια κι εκείνη τη στιγμή με το Ματουλάκι μου. Ένιωσα να μου λείπει πολύ, πάρα πολύ. Και δύο δάκρυα κύλησαν στα μάγουλά μου και η αλμυρή τους γεύση έφτασε μέχρι τα χείλη μου. Μετά, όμως, κοίταξα ψηλά και σκέφτηκα πως δεν μπορούμε να τα βάλουμε με τον κύκλο της ζωής, αλλά πως ό,τι και να γίνει οι αγαπημένοι μας συνεχίζουν να ζουν μέσα μας, όσο τους σκεφτόμαστε και τους θυμόμαστε.
...
Και κάπως έτσι φτάσαμε στα 28...
Η ταράτσα έχει γεμίσει με αγαπημένους ανθρώπους της εδώ ζωής. Είμαι χαρούμενη που τους έχω δίπλα μου. Αν και μου λείπουν πολύ οι φίλοι μου από την Αθήνα, και οι άλλοι που είναι διασκορπισμένοι στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. (Άραγε θα καταφέρω ποτέ σε κάποια γενέθλια να τους μαζέψω όλους στο ίδιο μέρος...;)
"Ένας θαυμάσιος τρόπος να κοιτάξεις τον εαυτό σου είναι μέσα από την αντανάκλαση των αντιδράσεων του άλλου απέναντί σου", λέει Ο Λέο Μπουσκάλια. Είμαι ευγνώμων γι αυτό που βλέπω στα μάτια των ανθρώπων που είναι μαζί μου απόψε. Νιώθω τυχερή.
Ετοιμάζομαι για το "φου" των 28 μου χρόνων.
Η ευχή είναι η ίδια που κάνω κάθε χρόνο.
Και απ' ό, τι φαίνεται πιάνει.
...
Μαρία,
25.05.2014
Βαρκελώνη
Πέμπτη 22 Μαΐου 2014
Rosas de Santa Rita...
Σήμερα έμαθα ότι υπάρχει μια Αγία, η Santa Rita, που είναι, λέει, η η Αγία του αδύνατου, "la Santa de lo imposible". Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, οι άνθρωποι πηγαίνουν στην εκκλησία της, που βρίσκεται στην οδό Hospital, στο Ραβάλ, με τις αγκαλιές γεμάτες μικροσκοπικά τριαντάφυλλα και ζητάνε από τη Santa Rita να τους κάνει τα αδύνατα δυνατά.
Μια μαθήτριά μου που μένει σ' εκείνη τη γειτονιά ήρθε στην τάξη με ένα μπουκέτο πανέμορφα τριανταφυλλάκια. "Son las rosas de Santa Rita", μου είπε. Μου εξήγησε το έθιμο και μου είπε ότι σήμερα μπορώ να ζητήσω οτιδήποτε μου φαίνεται αδύνατο.
Η προστάτιδα του ανέφικτου. Πόσο μου άρεσε! Γυρνώντας στο σπίτι το βράδυ μετά το μάθημα το σκεφτόμουν και έπιασα τον εαυτό μου να χαμογελάει. Και σκέφτηκα μια ευχή που μου είχε δώσει πριν πολλά χρόνια η φίλη Λ., μου είχε πει "πάντα να στοχεύεις στο ανέφικτο". Είναι νομίζω από τις πιο ωραίες ευχές που μου έχουν δώσει ποτέ.
Είναι ωραίο να πιστεύεις στο ανέφικτο.
Μ.,
22.05.2014
Βαρκελώνη
Σάββατο 17 Μαΐου 2014
Σάββατο που ντύθηκε Κυριακή...
"Δεν θα μας σώσει η γραφή. Ούτε η ανάγνωση. Ίσως η νύχτα."
Αντώνης Τσόκος
Το σημερινό απόγευμα Σαββάτου έμοιαζε ξαφνικά με Κυριακή. Οι δρόμοι της Βαρκελώνης- όχι αυτοί που είναι γεμάτοι με τουρίστες στο κέντρο της πόλης, οι άλλοι, οι δρόμοι της πραγματικής γειτονιάς- ήταν άδειοι και τα περισσότερα μαγαζιά είχαν κατεβασμένα τα ρολά. Μια περίεργη ησυχία πλανιόταν στο δρόμο.
Στάθηκα εκεί, στην οδό Méndez Nuñez. Κοίταξα ψηλά. Είναι ένας ωραίος δρόμος, με μεγάλα κτίρια, προσεγμένα. Και με ψηλά, καταπράσινα δέντρα. Εκείνη τη στιγμή ο ουρανός έπαιρνε ένα χρώμα μωβ-πορτοκαλί κι ο ήλιος είχε αρχίσει την κάθοδο. Με πλημμύρισε μια παράταιρη μελαγχολία Κυριακής. Δεν ξέρω από πού ήρθε. Νομίζω ότι έπεσε ουρανοκατέβατη. Κυριολεκτικά.
Μπήκα στο σπίτι σκοτεινιασμένη. Διάβασα μερικά τραπουλόχαρτα*. Έλεγαν "μετά τη δύση του ηλίου, ο νους κάνει τα πιο σπουδαία λάθη." Το ξέρω, μου είπα. Και γύρισα τα τραπουλόχαρτα από την άλλη πλευρά.
Τώρα γράφω, αλλά ξέρω ότι "Δεν θα μας σώσει η γραφή. Ούτε η ανάγνωση. Ίσως η νύχτα."
Η νύχτα είναι το μόνο που έχουμε. Σκέφτηκα και είπα να βάλω τελεία σ' αυτό το Σάββατο που ντύθηκε Κυριακή και εμφανίστηκε τόσο ανορθόδοξα μπροστά μου.
Μετά όμως δεν έβαλα τελεία, γιατί σκέφτηκα και κάτι άλλο:
"Κάποτε θα μας πνίξουν τόσα ανείπωτα λόγια." **
Αυτό θέλει τελεία.
Τελεία και παύλα.
*Αντώνης Τσόκος
**Τ. Λειβαδίτης
Μ.,
17.05.2014
Βαρκελώνη
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)