Σήμερα άλλαζε η ώρα.
Θυμάμαι που παλιά έλεγα πως η μέρα που αλλάζει η θερινή ώρα είναι η πιο αισιόδοξη του χρόνου. Γιατί μεγαλώνει η μέρα, μεγαλώνει το φως, μεγαλώνει η ελπίδα για το καθετί που έρχεται. Ή που περιμένουμε να έρθει.
Χτες αποκοιμήθηκα σε καθαρά σεντόνια. Είναι μεγάλη απόλαυση τα καθαρά σεντόνια. Μια μεγάλη μικρή απόλαυση. Κοιμήθηκα, όπως πάντα, με τα παντζούρια ανοιχτά για να με ξυπνήσει το φως του ήλιου. Δεν έβαλα ξυπνητήρι γιατί ήταν Κυριακή. Είναι μεγάλη απόλαυση να σε ξυπνάει γλυκά το φως του ήλιου και να μην έχεις βάλει ξυπνητήρι. Μια μεγάλη μικρή απόλαυση. Ξύπνησα και από το σαλόνι ακουγόταν ένας δίσκος με πιάνο. Είχες βάλει μουσική στο πικάπ. Ξαναέκλεισα τα μάτια μου και χάρηκα λίγο ακόμα το φως τη ζεστασιά του κρεβατιού, το φως, τη μουσική από το βάθος.
Σηκώθηκα. Ετοίμασα τον καφέ μου. Η κούπα μου γράφει
«Seek magic everyday». Την ψάχνω τη μαγεία. Ακόμα και σε μέρες σαν κι αυτές. Ετοιμάζω το πρωινό. Κόβω μια φέτα από το ψωμί που έφτιαξα την προηγούμενη μέρα. Το πρώτο μου ζυμωτό ψωμί! Με γλυκάνισο- όπως το φτιάχνει ο παππούς και όπως το έφτιαχνε παλιά και το Ματουλάκι μου. Του το είπα χθες το απόγευμα στο τηλέφωνο. «Παππού, ζύμωσα!». «Αλήθεια λες;, Μπράβο!». Το ξέρω καλά αυτό το «μπράβο». Τον φαντάστηκα εκεί μέσα στο σπίτι στο χωριό, κλειδαμπαρωμένο στη δική του καραντίνα, μόνος του με το ακουστικό στο χέρι, αλλά με τα μάτια του να λάμπουν από περηφάνια. «Δεν είναι τόσο καλό όσο το δικό σου, αλλά για αρχή καλό είναι!», του λέω και του κλείνω νοητά το μάτι.
«Seek magic everyday». Την ψάχνω τη μαγεία. Ακόμα και σε μέρες σαν κι αυτές. Ετοιμάζω το πρωινό. Κόβω μια φέτα από το ψωμί που έφτιαξα την προηγούμενη μέρα. Το πρώτο μου ζυμωτό ψωμί! Με γλυκάνισο- όπως το φτιάχνει ο παππούς και όπως το έφτιαχνε παλιά και το Ματουλάκι μου. Του το είπα χθες το απόγευμα στο τηλέφωνο. «Παππού, ζύμωσα!». «Αλήθεια λες;, Μπράβο!». Το ξέρω καλά αυτό το «μπράβο». Τον φαντάστηκα εκεί μέσα στο σπίτι στο χωριό, κλειδαμπαρωμένο στη δική του καραντίνα, μόνος του με το ακουστικό στο χέρι, αλλά με τα μάτια του να λάμπουν από περηφάνια. «Δεν είναι τόσο καλό όσο το δικό σου, αλλά για αρχή καλό είναι!», του λέω και του κλείνω νοητά το μάτι.
Κάθομαι στον καναπέ και ξεκινάω να διαβάζω το βιβλίο μου. Τι όμορφη συντροφιά ένα καλό βιβλίο! Και ο πρώτος καφές της μέρας. Είναι μεγάλη απόλαυση τα κυριακάτικα πρωινά με καφέ και ένα καλό βιβλίο. Μια μεγάλη μικρή απόλαυση. Το πικαπ συνεχίζει να παίζει.
Σε βλέπω μετά από λίγο με ένα χαρτί και ένα μολύβι. Κάθεσαι δίπλα μου και ξεκινάς να ζωγραφίζεις. Πόσο καιρό έχεις να ζωγραφίσεις; Είσαι προσηλωμένος στο σχέδιό σου σου κι εγώ επιστρέφω στο βιβλίο μου. Έξω τα δέντρα έχουν ανθίσει. Έχεις αφήσει την μπαλκονόπορτα ανοιχτή. Η ησυχία σπάει μόνο από τα πουλιά που κελαηδούν. «Τίποτα δε μπορεί να εμποδίσει την άνοιξη να έρθει».
Νιώθω για λίγο σαν να βγαίνω από το σώμα μου, να απομακρύνομαι, να ανεβαίνω ψηλά και να μας κοιτάω από μακριά. Μια σκηνή γλυκιάς καθημερινότητας, αυτής που αγαπώ. «Υπόκειμαι στην καθημερινότητα. Την εκτιμώ.»
Μετά το μεσημεριανό επιστρέφω στον καναπέ. Άφησα το βιβλίο σε πολύ καλό σημείο και θέλω να το συνεχίσω. Συνεχίζεις κι εσύ τη ζωγραφική. Κάποια στιγμή αποκοιμιέμαι. Τι ωραίο να μπορείς να χαρείς έναν μικρό μεσημεριανό ύπνο. Μια μεγάλη μικρή απόλαυση. Περνάει η ώρα και σε ακούω να πλησιάζεις. Πας να κλείσεις την μπαλκονόπορτα, γιατί έβαλε λίγη ψύχρα. Σκέφτομαι μισοκοιμισμένη «τώρα θα περάσει να με σκεπάσει» και πριν προλάβω να ολοκληρώσω τη σκέψη μου νιώθω το χέρι σου να με σκεπάζει με την κουβερτούλα του καναπέ. Μετά να μου χαδεύει απαλά το μάγουλο. Σκέφτομαι, τι ευτυχία να έχεις κάποιον να σε σκεπάζει με την κουβερτούλα του καναπέ και να σου χαϊδεύει απαλά το μάγουλο.
Ανοίγω τα μάτια. Είναι μια μέρα φωτεινή και ανοιξιάτικη. Δεν ξέρω αν είναι η πιο αισιόδοξη του χρόνου, αλλά είναι σίγουρα μια λαμπερή μέρα. Σήμερα θα νυχτώσει πιο αργά. Σήμερα, στις 8 που θα βγούμε στα μπαλκόνια μας να χειροκροτήσουμε τους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό της δημόσιας υγείας θα είναι μέρα. Σήμερα το aplauso sanitario δε θα είναι σαν αυτά των προηγούμενων δεκαπέντε ημερών, θα είναι φωτεινό και ανοιξιάτικο. Και γιατί όχι, ίσως και λίγο πιο αισιόδοξο. Ίσως και λίγο πιο ελπιδοφόρο. Θα μπορέσουμε να δούμε πιο καθαρά τα πρόσωπα των γειτόνων μας, αυτά που δεκαπέντε μέρες τώρα μαντεύουμε μέσα στο σκοτάδι.
Είναι 8 και βγαίνουμε στο μπαλκόνι. Σήμερα το χειροκρότημα κρατάει πιο πολλή ώρα. Είναι πιο δυνατό, πιο συνεχές, και κάπως πιο χαρούμενο. Κοιταζόμαστε όλοι στα μάτια. Και περιμένουμε. Κι ελπίζουμε. Esperamos: περιμένουμε και ελπίζουμε. Πόσο ταιριαστό, το ίδιο ρήμα και για τις δύο έννοιες.
Μπαίνω μέσα. Θέλω να καθίσω να γράψω τις σκέψεις αυτής της μέρας. Μαζεύτηκαν πολλές μικρές χαρές και θέλω να τις θυμάμαι. Θέλω η μέρα που αλλάζει η ώρα, να μείνει και φέτος στο μυαλό μου ως μία αισιόδοξη μέρα. Κόντρα σε όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας.
Μ.
29.03.2020
Βαρκελώνη