Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010

¿Què et falta, què et sobra?




¿Què et falta, què et sobra?



Τι σου λείπει; Τι σου περισσεύει;






(Δε θυμάμαι πού διάβασα ότι "αν δεν κάνεις κάτι σωστά ή κάτι σου λείπει ή κάτι σου περισσεύει". Αλλά δεν ξέρω αν είναι αλήθεια και αν συμφωνώ.)







Μαρία,
26.09.2010

Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010

Σκέψεις μιας τυχαίας μέρας...


Κοιτούσα τυχαία το ημερολόγιο και συνειδητοποίησα ότι πέρασε ακριβώς ένας χρόνος στη Βαρκελώνη.

Και πριν λίγο στη σχολή είπα σε μια συμφοιτήτρια "τα λέμε" και μου είπε "εννοείται, τέσσερα χρόνια θα 'μαστε ακόμα εδώ, θα συναντιόμαστε". Κι εγώ χαμογέλασα, αλλά μετά αυτό το τέσσερα χρόνια με προβλημάτισε. Και ήθελα να πω ότι εγώ δεν ξέρω τι θα φάω αύριο, πόσο μάλλον πού θα είμαι τέσσερα χρόνια μετά. Αλλά δεν είπα τίποτα. Ή μαλλόν θα 'πα κανένα "sísísí".

Γύρισα σπίτι νωρίς.

Άνοιξα το -ελληνικό- ραδιόφωνο, να προλάβω την εκπομπή μια φίλης. Την πρόλαβα στο κλείσιμο: "Είμαι η Κ.Δ. και εύχομαι απόψε να σας συμβεί κάτι καλό". Και μου άρεσε πολύ αυτή η ευχή. Και νομίζω ότι ένα δάκρυ κύλησε στα μαγουλά μου για μια στιγμή- αλλά μπορεί να κάνω και λάθος.

Ξαφνικά άκουσα θόρυβο από έξω. Βγήκα στο μπαλκόνι και είδα τον ουρανό γεμάτο πυροτεχνήματα. Και θυμήθηκα ότι σήμερα ξεκινούν οι μεγαλύτερες γιορτές της πόλης, οι γιορτές της Mercè.

Κι έτσι όπως λαμπύριζαν τα πυροτεχνήματα στα μάτια μου, και το βλέμμα μου χανόταν στα φώτα της νύχτας, ευχήθηκα κι εγώ με όλη μου την ψυχή απόψε να μου συμβεί κάτι καλό. Κι αν όχι απόψε, κάποια νύχτα.





Μαρία,
23.09.2010

Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010

Τάλγκο...




"Μπορεί να μη θέλω να γιατρευτώ,

ο πόνος είναι πολύτιμος,

τίποτε άλλο δε μας συνδέει πια από τον πόνο το δικό μου."



"Τάλγκο"
Βασίλης Αλεξάκης






Μαρία,
21.09.2010

Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010

Falsas esperanzas...



Él dijo:
"...debes entender que no te voy a decir nada que alimente falsas esperanzas..."

Ella no pudo decir nada más. Solo cuando se fue a la cama, cerró los ojos y imaginó su voz, tan suave y tan lejana, diciendole "falsas esperanzas"...

Y de este cuento parece que no quedó náda más que estas falsas esperanzas. Y el silencio.






María,
19.09.2010

Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2010

Amor se llama el juego...


Α Εlena*






Hace demasiados meses
que mis payasadas no provocan
tus ganas de reír...

No es que ya no me intereses
pero el tiempo de los besos y el sudor:
es la hora de dormir...

Duele verte removiendo
la cajita de cenizas que el placer
tras de si dejó...


Mal y tarde estoy cumpliendo
la palabra que te di cuando juré
escribirte una canción...


Un Dios triste y envidioso nos castigó
por trepar juntos el árbol
y atracarnos con la flor de la pasión...
Por probar aquel sabor...

El agua apaga el fuego,
y al ardor los años...


Amor se llama el juego
en el que un par de ciegos
juegan a hacerse daño...


Y cada vez peor
Y cada vez más rotos
y cada vez más "tu"
y cada vez más "yo"
sin rastro de "nosotros"...



Ni inocentes ni culpables
Corazones que destroza el temporal,
Carnes de cañón...
No soy yo, ni tu, ni nadie
son los dedos miserables que le dan
cuerda a mi reloj...


Y no hay lágrimas que valgan para volver
a meternos en el coche
donde aquella noche en pleno carnaval
te empecé a desnudar...


El agua apaga el fuego
y al ardor los años...


Amor se llama el juego
en el que un par de ciegos
juegan a hacerse daño...



Y cada vez peor
Y cada vez más rotos
y cada vez más "tu"
y cada vez más "yo"
sin rastro de "nosotros"...


El agua apaga el fuego
y al ardor los años...


Amor se llama el juego
en el que un par de ciegos
juegan a hacerse daño...



Y cada vez peor
y cada vez más rotos
y cada vez más "tu"
y cada vez más "yo"
Sin rastro de "nosotros"



El agua apaga el fuego
Y al ardor los años...
Amor se llama el juego
En el que un par de ciegos
Juegan a hacerse daño...


Y cada vez peor
Y cada vez más rotos...




Joaquín Sabina (1992)






(*Υ hagas lo que hagas, hazlo con todo tu corazón.)


María,
18.09.2010

Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2010

Δέκα αγάπες...

Η Στεριανή Ζάλη με προσκάλεσε να σκεφτώ δέκα αγάπες μου... Πρώτο φθινοπωρινό απόγευμα, βαρκελωνέζικο σκηνικό, σκέφτομαι και γράφω...



Αγαπώ...



  1. τη γλυκιά μελαγχολία του φθινοπώρου... τη βροχή και τα κίτρινα φύλλα...τις ρετρό μελωδίες τα απογεύματα...το ζεστό καφέ και τα βιβλία...

  2. τη θέα των πόλεων από ψηλά και τη θάλασσα...

  3. τις "γεμάτες" μέρες...

  4. τα ταξίδια- με ή χωρίς προορισμό...

  5. την αίσθηση ελευθερίας...

  6. να βρίσκω γράμματα και cartes postales στο γραμματοκιβώτιο μου...

  7. να συνδέω ανθρώπους και στιγμές με μουσικές και μυρωδιές...

  8. να με ψάχνω σε στίχους, τραγούδια, ταινίες, σκόρπιες φράσεις...

  9. να συζητάω πριν κοιμηθώ...

  10. τους ανθρώπους μου: τις αγκαλιές τους, τις στιγμές τους...

+1: τις μικρές στιγμές ευτυχίας και την πεποίθηση ότι η ζωή είναι όμορφη και είναι όλη μπροστά μου..



Με τη σειρά μου θα ήθελα να προσκαλέσω τη zanadu, την Μοn style de toute façon και την Volo Ergo Sum, να σκεφτούν δέκα δικές τους αγάπες.



Μαρία,

15.09.2010

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010

Το κορίτσι με τις βαλίτσες.



Νομίζω ότι κάθε μέρα μοιάζω όλο και πιο πολύ στο κορίτσι της φωτογραφίας, το κορίτσι με τις βαλίτσες. Χάνομαι πίσω από τον όγκο τους, προσπαθώ να τα χωρέσω όλα σε λίγες αποσκευές. Πώς να χωρέσεις έναν (ακόμη) αποχαιρετισμό σε λίγες βαλίτσες; Πόσα "μου λείπεις" χωράνε σ' ένα αντίο, πόσες αγκαλιές χωράνε σ' έναν αποχαιρετισμό; Πόσα δάκρυα χωράνε σε μια αναχώρηση και πόσοι κόμποι στο λαιμό σε μια απώλεια;


Πόσο πολύ μοιάζω στο κορίτσι με τις βαλίτσες! Άλλη μια φορά μπροστά τους κι αυτές ανοιχτές να με κοιτάνε. ΄Εγινε η ζωή μου μια βαλίτσα. Aller- Retour. Αν μπορούσα να της βάλω έναν τίτλο, μάλλον θα 'ταν αυτός. Aller- Retour. Πόσα aller και πόσα retour; Ποιο είναι το πήγαινε και ποιο είναι το έλα; Πού είναι το "εδώ", πού είναι το "εκεί", εγώ πού είμαι;


Είμαι πίσω από τις βαλίτσες, προσπαθώντας να κουβαλήσω ό, τι έχω πότε απ' το "εδώ", πότε απ' το "εκεί". Εκεί μέσα κουβαλάω τη συνοχή μου. Αυτό που με δένει. Τους δεσμούς μου. Το βιβλίο που μου έκανε δώρο η Ν., τη μπλούζα που μου ζωγράφισε η Κ. , την κάρτα με τον Μικρό Πρίγκιπα που μου έγραψε η μαμά με τον μπαμπά, ένα γιασεμάκι που έκοψα την τελευταία μέρα από το σπίτι στο χωριό, ένα άλμπουμ, μια γαλάζια βεντάλια, μερικές φωτογραφίες, το μέλι της θείας, λίγα παξιμάδια της γιαγιάς... Θέλω να χωρέσω κι άλλα, κι άλλα. Κι άλλες μυρωδιές, κι άλλες λεπτομέρειες, κι άλλες στιγμές, κι άλλα κομμάτια όσων με δένουν εδώ κι εκεί. Και ξέρεις κάτι; Δε χωράνε! Κι εγώ προσπαθώ, κάθομαι πάνω στις βαλίτσες, κι αυτές αγκομαχούν, εγώ σπρώχνω, αυτές αντιστέκονται, επιμένω, στο τέλος κλείνουν, αλλά- οι καημένες- είναι τόσο φουσκωτές. Κι εγώ προσπαθώ αδέξια να τις μεταφέρω, να πάω το εδώ εκεί και το εκεί εδώ, τους εδώ εκεί και τους εκεί εδώ.


Γι αυτό σου λέω. Κάθε μέρα μοιάζω όλο και πιο πολύ στο κορίτσι με τις βαλίτσες. Μόνο που οι αποσκευές κρύβουν το πρόσωπό της, και δεν μπορώ να επιβεβαιώσω αν της μοιάζω τόσο. Αν ξαφνικά όμως της έπεφτε μία από τα χέρια και μπορούσα να δω τα μάτια της, φαντάζομαι πως θα ΄ταν υγρά και το βλέμμα της μελαγχολικό. Όχι θλιμμένο. Μελαγχολικό. Και τότε θα καταλάβαινα πως το κορίτσι με τις βαλίτσες... είμαι εγώ.




Μαρία,

04.09.2010