Θερινή ανάπαυλα στο Κυπαρίσσι μου. Αύγουστος, μήνας ξεκούρασης, παύσης και αποφάσεων. Φτιάχνω άλλη μια φορά τη βαλίτσα μου. Όλο βαλίτσες φτιάχνω τις τελευταίες μέρες. Αστάθεια. Άλλη μια φορά ανάμεσα στο «εδώ» και στο «εκεί».
Το σπίτι στο χωριό το νιώθω πάντα πιο «σπίτι». Ισορροπία. Ηρεμία. Περισυλλογή. Για πρώτη φορά από τότε που ήρθα, νιώθω «εδώ» ή τουλάχιστον πιο «εδώ».
Σου έχει τύχει καμιά φορά να έχεις διαβάσει ένα βιβλίο και μετά από πολύ καιρό να θέλεις ξαφνικά να το ξαναδιαβάσεις χωρίς να θυμάσαι το γιατί; Να μη θυμάσαι ακριβώς την ιστορία, όμως να θυμάσαι τη γεύση που σου άφησε, την εντύπωση που σου προκάλεσε και να νιώθεις την ανάγκη να ξαναχαθείς στον κόσμο του; Πέρυσι είχα πάθει το ίδιο με «Τα Δένδρα» της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, θυμάσαι; Φέτος ήθελα να ξαναδιαβάσω το «Τάλγκο» του Αλεξάκη. Δε ξέρω το γιατί, αλλά το ήθελα. Θυμάμαι επίσης πως μία από τις τελευταίες μέρες στη Βαρκελώνη, καθώς περίμενα στο σταθμό Sants, είδα στις μεγάλες οθόνες τη λέξη “Talgo”, το τρένο που ένωνε την Ισπανία με τη Γαλλία. Και ξαναθυμήθηκα το βιβλίο.
Πήγα στην παραλία. Η θάλασσα του χωριού μου είναι η καλύτερη του κόσμου. Η θάλασσα ήταν ήρεμη. Κολύμπησα αρκετή ώρα. Αισθάνθηκα ελεύθερη. Πάντα η θάλασσα μου έδινε μια αίσθηση ελευθερίας. Η θάλασσα και η θέα των πόλεων από ψηλά. Ελευθερία.
Τέλειωσα το «Τάλγκο» σε πέντε ώρες- ίσως και λιγότερες. Άρχισα να θυμάμαι γιατί ήθελα να το ξαναδιαβάσω. Έκλεισα το βιβλίο. Σκέψεις. Αποφάσεις.
Απόψε ήταν νύχτα των πεφταστεριών. Δεν κατάφερα να δω κανένα. Και είναι κρίμα γιατί είχα μια ευχή να κάνω. Ίσως την επόμενη φορά- ποιος ξέρει;
Καθισμένη στο μπαλκόνι. Ο ουρανός καθαρός. Μπορώ να δω τα αστέρια να λαμπυρίζουν. Ακούω τα κύματα της θάλασσας. Γαλήνη.
Θα κοιμηθώ με ανοιχτά τα παράθυρα. Να ακούω τη θάλασσα. Συντροφιά.
Μαρία,
12.08.2010